Αρχαίο ελληνικό θέατρο (αρχιτεκτονική)
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Το αρχαίο ελληνικό θέατρο ως αρχιτεκτόνημα είναι μια υπαίθρια αμφιθεατρική κατασκευή ημικυκλικής κάτοψης γύρω από μια κυκλική πλατεία. Χρησίμευε για θρησκευτικές τελετουργίες, αγώνες μουσικής και ποίησης, θεατρικές παραστάσεις, συνελεύσεις του δήμου ή της βουλής της πόλης-κράτους, ακόμα και ως αγορά. Κατά την Αρχαϊκή Περίοδο οι θεατρικοί χώροι διαμορφώνονταν με ήπιες επεμβάσεις σε χαμηλές, φυσικές κατωφσέρειες του εδάφους χωρίς λίθινες κατασκευές, ή το πολύ-πολύ με συσσώρευση χωμάτων. Τέτοιες κατασκευές δύσκολα μπορούν να εντοπιστούν από την αρχαιολογική έρευνα. Ορχήστρα γύρω από την οποία στήνονταν ξύλινα καθίσματα έχει εντοπιστεί ωστόσο στο κέντρο της αρχαίας αγοράς της Αθήνας. Εκεί τελούνταν στα χρόνια του τυράννου Πεισίστρατου οι θεατρικοί αγώνες, που από την εποχή του Κλεισθένη μεταφέρθηκαν στο Θέατρο του Διονύσου, στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Γύρω στο 335-330 π.Χ., επί Λυκούργου, ανακατασκευάστηκε αυτό το θέατρο εξολοκλήρου από λίθο. Τότε πια αποκρυσταλλώθηκε ο αρχιτεκτονικός τύπος του θεάτρου στη λίθινη μορφή του.
Τα μέρη του θεάτρου και η εξέλιξή τους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο κέντρο ενός αρχαίου ελληνικού θεάτρου βρίσκεται μια κυκλική, συχνά πλακόστρωτη πλατεία, η ορχήστρα. Στην ορχήστρα έπαιρνε θέση με την έναρξη της θεατρικής παράστασης ο χορός και εκεί ανέπτυσσαν τη δράση τους κατά την πρώιμη περίοδο και οι υποκριτές. Η ορχήστρα, με άλλα λόγια, ήταν η σκηνή των σημερινών θεάτρων. Ο εύριπος, ένας αγωγός απορροής στην περίμετρο της ορχήστρας, τη χώριζε από τον αμφιθεατρικό χώρο των καθισμάτων και την προστάτευε από πλημύρα σε περίπτωση βροχής. Ο αμφιθεατρικός χώρος που περιέβαλλε τη σκηνή ονομάζεται κοίλον. Στο κέντρο της ορχήστρας βρισκόταν η θυμέλη, ένας βωμός για τον θεό Διόνυσο.
Σκηνή στο αρχαίο θέατρο ονομάζεται ένα ορθογώνιο, μακρόστενο, στεγασμένο κτήριο, που προστέθηκε τον 5ο αι. π.Χ. στην περιφέρεια της ορχήστρας απέναντι από το κοίλον. Αρχικά η σκηνή ήταν ισόγεια και χρησιμοποιόταν μόνο ως αποδυτήριον, όπως τα σημερινά παρασκήνια και τα καμαρίνια. Μπροστά της, προς την πλευρά της ορχήστρας, βρισκόταν το προσκήνιον, μια στοά με κίονες ή ημικίονες. Ανάμεσα στα μετακιόνια διαστήματα του προσκηνίου βρίσκονταν θυρώματα και ζωγραφικοί πίνακες, που απέδιδαν το σκηνικό βάθος της δράσης πίσω από τους υποκριτές στην ορχήστρα. Τα θυρώματα του προσκηνίου απέδιδαν τρεις πύλες, από τις οποίες έρχονταν οι υποκριτές. Το προσκήνιον ήταν αρχικά πτυσσόμενο και χρησιμοποιόνταν ιδιαίτερα στις παραστάσεις της Νέας Κωμωδίας του Μενάνδρου (περ. 300 π.Χ.), στην οποία περιορίστηκε ο ρόλος του χορού και ενισχύθηκαν οι υποκριτές. Στις παραστάσεις αυτές τοποθετούνταν το ξύλινο προσκήνιον μπροστά στη σκηνή και αφαιρούνταν μετά για τις παραστάσεις της τραγωδίας. Με τον καιρό καθιερώθηκε και από το 2ο αι. π.Χ. χρησιμοποιόταν και στις τραγωδίες. Στη Θάσο ωστόσο αναφέρει μια επιγραφή σε λίθινο επιστύλιο ότι ο Λυσίστρατος, ένας θεωρός των μέσων του 4ου αι. π.Χ., αφιέρωσε το προσκήνιον του θεάτρου της Θάσου στο Διόνυσο. Στα δύο άκρα της σκηνής προεξείχαν τα παρασκήνια, δύο πτέρυγες που έδιναν στην κάτοψη της σκηνής σχήμα Π.
Κατά την Πρώιμη Ελληνιστική Περίοδο η σκηνή έγινε διώροφη, με την οροφή του ισογείου να εξέχει κάτω από τον πρώτο όροφο σχηματίζοντας έναν εξώστη. Από το 2ο αι. π.Χ. η δράση των υποκριτών μεταφέρθηκε πάνω σε αυτό τον εξώστη, που ονομάστηκε λογείον, ενώ το σκηνικό βάθος τοποθετήθηκε στην πρόσοψη του πρώτου ορόφου.
Το κοίλον ήταν το κεκλιμένο χωνοειδές επίπεδο, στο οποίο απλώνονται αμφιθεατρικά τα εδώλια των θεατών. Η καμπυλότητά του ακολουθεί την καμπυλότητα της ορχήστρας και τα άκρα του καταλήγουν σε αναλημματικούς τοίχους κατασκευασμένους με ορθογώνια λιθοδομή. Το κοίλον συνήθως δεν ενώνεται με το κτήριο της σκηνής. Ανάμεσα στους αναλημματικούς του τοίχους και τα άκρα της σκηνής υπήρχαν διάδρομοι για την προσέλευση των θεατών και, με την έναρξη της παράστασης, για την είσοδο του χορού. Αυτοί οι διάδρομοι ονομάζονται πάροδοι (βλ. την πάροδο του θεάτρου της Πριήνης και διακοσμούνται στα μεγαλύτερα θέατρα με μνημειώδεις πύλες. Στις παρόδους των θεάτρων στήνονταν συχνά μνημειώδεις στήλες ή επιγραφές με ψηφίσματα για να τα βλέπει πολύς κόσμος.
Οριζόντιοι διάδρομοι, τα διαζώματα, χωρίζουν το κοίλον σε ζώνες. Κάθε ζώνη χωρίζεται με εγκάρσιες ακτινωτές σκάλες σε σφηνοειδή τμήματα, τις κερκίδες. Στην πρώτη σειρά του κοίλου, στην περίμετρο της ορχήστρας, βρισκόταν η προεδρία, μια ημικυκλική σειρά λίθινων καθισμάτων ή θρόνων προορισμένων για τους αξιωματούχους και τα τιμώμενα πρόσωπα. Τα υπόλοιπα καθίσματα μπορεί να ήταν λίθινα, ή από ξύλο (ίκρια) πάνω σε λίθινο υπόβαθρο. Πάνω από την τελευταία σειρά καθισμάτων μπορούσε να επεκταθεί το θέατρο, αν το επέβαλλαν οι ανάγκες, με την προσθήκη επιθεάτρου.
Σημαντικά θέατρα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Θέατρα υπήρχαν σε κάθε πόλη και σε κάθε ιερό κάποιου μεγέθους. Πολλά από αυτά τα θέατρα δεν έχουν εντοπισθεί, γιατί δεν είχαν λίθινες κατασκευές, ή σώζονται σε κακή κατάσταση. Θέατρα γνωρίζουμε, μεταξύ άλλων, στη Λάρισα, όπου διασώζονται και τα δύο αρχαία θέατρα, στο Ιερό του Ποσειδώνα στην Ισθμία (5ος αι. π.Χ.), στη Θάσο (5ος αι. π.Χ.), στο Δίον (5ος αι. π.Χ.), στο οχυρό του Ραμνούντα Αττικής (τέλη 5ου αι. π.Χ.), στους Φιλίππους Καβάλας (μέσα 4ου αι. π.Χ.), στην Ερέτρια (τελευταίο τέταρτο 4ου αι. π.Χ.), στη Βεργίνα (αρχαίες Αιγές) βόρεια του ανακτόρου (β΄ μισό 4ου αι. π.Χ.), στη Δωδώνη (αρχές 3ου αι. π.Χ.-1ος αι. μ.Χ.), στη Δημητριάδα (3ος αι. π.Χ.), στη Δήλο (3ος αι. π.Χ.), στο Άργος (3ος αι. π.Χ.), στο Ιερό των Καβείρων στην Θήβα (3ος-1ος αι. π.Χ.), στο Ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη (γύρω στο 200 π.Χ.), στις Οινιάδες Ακαρνανίας (3ος-2ος αι. π.Χ.), στη Μαγνησία του Μαιάνδρου (3ος –2ος αι. π.Χ.), στη Μίεζα (2ος αι. π.Χ.), στη Ζέα του Πειραιά (3ος-2ος αι. π.Χ.), στο ιερό του Αμφιαράου στον Ωρωπό (α΄ μισό 2ου αι. π.Χ., εικόνες) και στην Αμφίπολη. Για πολλές άλλες πόλεις γνωρίζουμε ότι είχαν θέατρα από γραπτές πηγές. Λόγω της σύγχρονης αποκατάστασης και χρήσης του για θεατρικές παραστάσεις από το 1954 είναι γνωστό το αρχαίο θέατρο κοντά στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Στην οικοδόμησή του διακρίνονται, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, δύο φάσεις, που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. Και τέλος το αρχαίο θέατρο της Μεγαλόπολης. 370 π.Χ. Επαμεινώνδας https://archive.ert.gr/25043/ Φιλοποίμην
Εσωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κατάλογος αρχαίων θεάτρων
- Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο
- Αμφιθέατρο, η εξέλιξη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Αρχαίο Θέατρο Λάρισας[νεκρός σύνδεσμος]
- Αρχαίο θέατρο Σικυώνας Αρχειοθετήθηκε 2006-08-23 στο Wayback Machine.
- Τα αρχαία θέατρα «κουρδίζονταν»! Πώς τα αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά θέατρα άγγιζαν την ακουστική τελειότητα
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- E. Burmeister, Antike Theater in Attika und auf der Peloponnes, München: tuduv-Verl.-Ges. 1996
- Σ. Γώγος, Το αρχαίο θέατρο των Οινιαδών, Εκδ. Μίλητος: Αθήνα 2004
- Σ. Δρούγου, Το αρχαίο θέατρο της Βεργίνας, University Studio Press: Θεσσαλονίκη 1999
- A. W. Lawrence, Greek Architecture, 5th ed., rev. by R. A. Tomlinson, Yale University Press: New Haven & London 1996
- T. Luigi, Teatro e spettacolo in Magna Grecia e in Sicilia: testi, immagini, architettura, Longanesi: Milano 2002
- Ε. Σπαθάρη – Αικ. Χατζή – Π. Μάξιμος, Αρχαία ελληνικά θέατρα: 2500 χρόνια φως και πνεύμα, Πλάτων Μάξιμος: Αθήνα 2000
- Ε. Τσιμπίδη - Πεντάζου, «Το αρχαίο θέατρο στη Μαρώνεια», στο Μνήμη Δ. Λαζαρίδη. Πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη, Πρακτικά αρχαιολογικού συνεδρίου στην Καβάλα 9-11 Μαΐου 1986, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 639